- ἐκφέρουσα
- ἐκφέρωcarry out ofpres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐκφερούσας — ἐκφερούσᾱς , ἐκφέρω carry out of pres part act fem acc pl (attic epic doric ionic) ἐκφερούσᾱς , ἐκφέρω carry out of pres part act fem gen sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκφέρουσ' — ἐκφέρουσα , ἐκφέρω carry out of pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) ἐκφέρουσι , ἐκφέρω carry out of pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ἐκφέρουσι , ἐκφέρω carry out of pres ind act 3rd pl (attic epic doric… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τρίβολος — ο, ΝΜΑ ετήσιο ζιζάνιο φυτό («ἐκφέρουσα δὲ ἀκάνθας καὶ τριβόλους», ΚΔ) αρχ. 1. μικρό σιδερένιο τεμάχιο με τρεις αιχμές τοποθετημένες κατά τρόπο ώστε η μία να στέκεται πάντοτε κατακόρυφα, όπως κι αν αυτό ριχνόταν στο έδαφος, το οποίο διασκόρπιζαν… … Dictionary of Greek